ἔστης

ἔστης
ἵστημι
make to stand
aor ind act 2nd sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • θυέστης — Μυθολογικό πρόσωπο. Αναφέρεται ότι ήταν γιος του Πέλοπα και της Ιπποδάμειας, αδελφός του Ατρέα, από τον οποίο κληρονόμησε το βασιλικό σκήπτρο των Μυκηνών και το κληροδότησε στον Αγαμέμνονα. Ο Ατρέας και ο Θ. σκότωσαν, με τη συνενοχή της μητέρας… …   Dictionary of Greek

  • υποέστης — Α (κατά τον Ησύχ.) «χιτών». [ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπ(ο) * + έστης (< ἕννυμι «ντύνω»] …   Dictionary of Greek

  • Καρίταινα — Ορεινός οικισμός (υψόμ. 500 μ., 271 κάτ.) στην πρώην επαρχία Γορτυνίας του νομού Αρκαδίας. Βρίσκεται στο δυτικό άκρο του νομού, 54 χλμ. Δ της Τρίπολης. Αποτελεί έδρα του δήμου Γόρτυνος. Ιστορία. Η ονομασία της Κ. αναφέρεται ως οικισμός στα… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”